Ερωτήσεις και Απαντήσεις

Ο τύπος, ο τυπολάτρης και η ουσία πίσω από τον τύπο.
 
 
 

Τυπολάτρης είναι εκείνος ο οποίος τηρεί έναν τύπο και επικεντρώνεται αποκλειστικά στον τύπο, αγνοώντας την ουσία ή αδιαφορώντας για την ουσία του.

Τι σημαίνει όμως Τύπος; Η λέξη παράγεται από το τυπόω, τύπτω που σημαίνει κτυπώ. Επομένως το ίχνος, το σημάδι, το αποτέλεσμα που παράγεται από το κτύπημα είναι ένας τύπος. ( εξ’ ου και οι εφημερίδες, κοινώς ο τύπος, που παλιά η εκτύπωση γινόταν με το κτύπημα του κάθε γράμματος επάνω στο χαρτί. Έτσι δούλευαν και οι πρώτες γραφομηχανές).

Αυτό σημαίνει, ότι όταν τηρούμε έναν τύπο, (σε οποιοδήποτε τομέα της καθημερινότητάς μας και για οποιοδήποτε λόγο), αυτός προέρχεται υποχρεωτικά από κάποια προηγηθείσα πράξη, από κάποιο γεγονός, έχει βαθύτερο νόημα.

Για παράδειγμα, όταν στην διάρκεια του φαγητού, τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας, αυτό είναι ένας τύπος, μια καλή συνήθεια. Η ουσία αυτού του τύπου, βρίσκεται πίσω από τον ήχο που κάνουν τα ποτήρια όταν βρίσκονται σε επαφή. Και ο λόγος απλός και βιωματικός. Όταν τρώμε, λειτουργούν όλες οι αισθήσεις: Τα μάτια βλέπουν και χαίρονται από την ποικιλία. Οι μυρωδιές των φαγητών ανταγωνίζονται ποια θα υπερισχύσει. Το στόμα γεύεται και απολαμβάνει. Η αίσθηση της αφής είναι επίσης παντού. Το κάδρο των αισθήσεων, έρχεται να συμπληρώσει ο κρυστάλλινος ήχος των ποτηριών, ώστε και τα αυτιά να μην μείνουν έξω από αυτό το πανηγύρι των αισθήσεων. Να, λοιπόν η ουσία που βρίσκεται πίσω από τον απλό αυτό τύπο.

Η ζωή της Εκκλησίας, της Ενορίας, του Μοναστηριού, αλλά και της οικογένειας, βασίζεται επίσης σε έναν τύπο, σε ένα τυπικό, σε ένα σύνολο από κανόνες που απαρτίζουν ένα πρόγραμμα. Το τυπικό αυτό ουσιαστικά τι είναι; Οι πράξεις εκείνες που γίνονται και ρυθμίζουν την καθημερινότητα, τοποθετώντας με πρόγραμμα την κάθε ημέρα, καθημερινή ή αργία.


Το πιο μεγάλο, το πιο χαρακτηριστικό γεγονός, που άφησε το εκτύπωμά του ανεξίτηλο στα πάντα και για πάντα, είναι ο Σταυρός του Κυρίου, η Σταύρωση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Είναι τόσο σημαντικός αυτός ο τύπος του Σταυρού που και μόνο τυπώνοντάς τον στο σώμα μας, είναι όπλο αήττητο σε κάθε προσβολή. Είναι «ο τυπούμενος και δεινών εκλυτρούμενος» (από τροπάριο του Επερινού, 14ης Σεπτεμβρίου).
 


Πως τώρα μπορεί να γίνει τυπολάτρης ένας που κάνει τον Σταυρό του;


Μπορεί, όταν κάνει τον Σταυρό του, εντελώς απρόσεκτα (σαν να παίζει κάποιο μουσικό όργανο). Αυτός, ακολουθεί τον τύπο, (ας κάνω όπως όπως τον Σταυρό μου, ίσως είναι καλό), αλλά απέχει πολύ από την ουσία, αφού ούτε Σταυρό τελικά κάνει, ούτε ξέρει γιατί τον κάνει. Δεν έχει δηλαδή την αίσθηση γιατί τον κάνει και δεν αντιλαμβάνεται ποια πράξη ποιο γεγονός, υπάρχει πίσω από αυτόν τον τόσο σημαντικό τύπο.
 



Το ίδιο τυπολάτρης είναι και κάποιος ο οποίος νηστεύει και τηρεί αυτά που ορίζουν οι άγιοι πατέρες, ενώ την ίδια στιγμή είναι «στα μαχαίρια» με κάποιον συνάνθρωπό του. Ή, ενώ νηστεύει από τις τροφές, (ακολουθεί δηλ. «το τυπικό της νηστείας»), δεν νηστεύει το ίδιο και στα θεάματα, στις διασκεδάσεις, στην γλώσσα κ.ο.κ. Έτσι, αντί να χρησιμοποιήσει την νηστεία ως εργαλείο, (αυτό είναι η νηστεία, ένα εργαλείο), για την προσευχή και την πνευματική του πρόοδο, διατηρεί απλώς έναν τύπο, που ούτε βοηθάει, ούτε αναπαύει.
 



Με την ίδια έννοια, ο κατάλογος της τυπολατρικής συμπεριφοράς, μπορεί να είναι μακρύς και να εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα της πνευματικής μας ζωής. Έτσι ο τυπολάτρης καταντάει Φαρισαίος και υποκριτής. Όταν οι Ιουδαίοι κατηγόρησαν τους μαθητές του Ιησού, επειδή δεν πλύνουν τα χέρια τους πριν το φαγητό, και δεν εφαρμόζουν και άλλες πολλές διατάξεις όπως ορίζει ο τύπος, ο Κύριος πολύ αυστηρά τους απάντησε: «…καλῶς προεφήτευσεν ῾Ησαΐας περὶ ὑμῶν τῶν ὑποκριτῶν, ὡς γέγραπται· οὗτος ὁ λαὸς τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ·» (Μαρκ. Ζ’, 6). Δηλαδή δεν αρκεί ο τύπος, αλλά χρειάζεται ξεκινώντας από τον τύπο, να βιώνουμε καρδιακά την ουσία. Έτσι ο τυπολάτρης, είναι ο τηρητής κάποιων επιλεκτικών τύπων που τους χρησιμοποιεί μόνο για «αυτοδικαίωση», για να «χτίσει» το δημόσιο προφίλ του «καλού ανθρώπου», του νηστευτή, του εκκλησιαζόμενου, και καταντάει τελικά δέσμιος προτύπων κανόνων συμπεριφοράς, σε σημείο όπου όταν κάνει το χρέος του απέναντι στον Θεό, να θεωρεί τον ίδιο τον Θεό χρεώστη απέναντί του, διότι αυτός δια της εφαρμογής του νόμου, κάνει να λαμβάνει και με τόκο, αφού τήρησε όλα τα διατεταγμένα(!!!)
 



Όμως, παρόλο που έχουμε πράγματι αυτήν την υποχρέωση, (δηλ. να τηρήσουμε ως Χριστιανοί το κατά δύναμη όλα τα διατεταγμένα με τρόπο όμως ουσιαστικό, όχι τυπικό), ακριβώς για να μην πέσουμε σε πλάνη, σε εγωισμό, αλλά ό,τι κάνουμε να το κάνουμε με ταπείνωση, μας λέγει ο Κύριος : «Όταν ποιήσητε πάντα τα διατεταγμένα ημίν, λέγετε, αχρείοι δούλοί εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι, πεποιήκαμεν». (Λουκ. ιζ’ 10).
 


Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι:

Ο τύπος είναι απαραίτητος, ειδικά στην Θεία Λατρεία και οδηγεί στην Σωτηρία, εφόσον εννοήσουμε με ταπείνωση, ότι «δια του τύπου, πορευόμαστε προς την ουσία»
Ο τύπος έχει νόημα όταν γίνεται με ταπείνωση, επίγνωση, με ειλικρίνεια και πίστη. Όχι Φαρισαϊκά, όχι υποκριτικά.
Τύπος σημαίνει κτύπος. Ας τον χρησιμοποιούμε λοιπόν για να κτυπήσουμε την αμαρτία, δηλαδή ως όπλο κατά του διαβόλου.
Ας έχουμε υπόψη μας ότι όταν στις ακολουθίες της Εκκλησίας, επαναλαμβάνονται πολλές φορές τα ίδια ή όμοια ρητά/ψαλμωδίες αυτό δεν είναι πολυλογία, ούτε τυπολατρεία αλλά γίνεται για να (εν)τυπωθεί το κάθε θείο ρήμα, στην καρδιά των εκκλησιαζομένων. Ομοίως και ό,τι έχει να κάνει με την κάθε πράξη εντός της εκκλησιαστικής ζωής και τάξης.
 


Μακάρι, να τα εννοήσουμε αυτά και να κατορθώσουμε συν Θεώ, να ζούμε ουσιαστικά, αληθινά, χαρούμενα, ελεύθεροι άνθρωποι, μακριά από την μιζέρια και την τυπική συμπεριφορά του καθωσπρεπισμού, της ψεύτικης, τυπικής και επίπλαστης εικόνας μας, που πολλές φορές -έστω άθελά μας- κτίζουμε. Αμήν

 
 
Η συγχώρησις των αμαρτιών μπορεί να θεραπεύσει και τις σωματικές ασθένειες
 
 
Τω καιρώ εκείνω, εμβάς ο Ιησούς εις πλοίον διεπέρασε και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν.
Βρισκόμαστε στην χρονική στιγμή, όπου ο Χριστός, πέρασε από την πόλη των Γεργεσηνών στην «ιδίαν πόλιν». (Γέργεσα ή Γέρασα: Παραθαλάσια πόλη, στο ανατολικό μέρος της Τιβεριάδος). Ιδίαν πόλιν την ονομάζει ο Ευαγγελιστής, επειδή εκεί ήταν η κατοικία του, όπως μας λέει και αλλού (Και καταλιπών την Ναζαρέτ, έλθών κατώκησεν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν Μτθ, δ,13).
 
Και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επι κλίνης βεβλημένον, και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ» θάρσει, τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου.

Αμέσως λοιπόν μόλις πάτησε το πόδι του στην Καπερναούμ, του έφεραν μπροστά του, έναν ανάπηρο άνθρωπο, εντελώς παραλυτικό. Γιατί, αν μπορούσε έστω και λίγο να κινηθεί, θα ερχόταν μόνος του ή με μικρή έστω βοήθεια και δεν θα τον μετέφεραν άλλοι, πάνω σε φορείο ξαπλωμένο.. Είναι λοιπόν φανερό ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν παντελώς ανάπηρος. Και δεν μπορούσε να σηκωθεί μόνος του από το κρεβάτι, αλλά ούτε και άλλος μπορούσε να τον σηκώσει και υποβασταζόμενος να κινηθεί. Για αυτόν τον λόγο τον έφεραν ξαπλωμένο πάνω στο κρεβάτι, μπροστά στον Ιησού. Ο Χριστός «είδε» την πίστη αυτών, δηλαδή και του παραλυτικού και των συνοδών αυτού. Χρησιμοποιεί λοιπόν πληθυντικό αριθμό, για να δείξει ότι όχι μόνο ο παράλυτος πίστευε, αλλά και εκείνοι που κρατούσαν το φορείο-κρεβάτι. Οι συνοδοί μπορεί να ήταν συγγενείς του παράλυτου ή γείτονες ή φίλοι ή άλλοι ευσπλαχνικοί άνθρωποι.. Αυτά λοιπόν τα πράγματα φανέρωναν την πίστη τους και την πίστη του παραλύτου. Γιατί αν ο παράλυτος δεν πίστευε, δεν θα τον ονόμαζε ο Ιησούς Χριστός «τέκνον». Αν οι συνοδοί δεν πίστευαν, δεν θα μετέφεραν με τόση προθυμία, αγνοώντας κόπο και δυσκολίες για κάτι που ήταν άνευ ουσίας. Για τον λόγο αυτό λέει στον παραλυτικό: «Τέκνον, μη φοβάσαι, έχε θάρρος γιατί αυτή την ώρα σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Από αυτά τα λόγια συμπεραίνουμε και κάτι άλλο: Ότι ο παράλυτος, όχι μόνο πίστευε, αλλά μετανόησε και από τις αμαρτίες του. Γιατί κανείς άπιστος δεν καλείται «τέκνον» και κανείς αμετανόητος δεν λαμβάνει «άφεσιν αμαρτιών». Η πίστη λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης δίνει το της υιοθεσίας χάρισμα και κάνει τον άνθρωπο τέκνον Θεού. (Ιωαν., 1,12) Και βεβαίως η αληθινή μετάνοια φέρνει ευθύς την άφεση των αμαρτιών.
 
Από το γεγονός ότι ο Χριστός πρώτα ιάτρευσε την ψυχή του παραλύτου και έπειτα το σώμα του, μαθαίνουμε ότι από τις αμαρτίες μας πολλές φορές ασθενούμε, και, ότι με την μετάνοια εξαλείφοντας τις αμαρτίες μας, λαμβάνουμε και την ίαση του σώματος.
Και ιδού τινές των γραμματέων είπον εν εαυτοίς: ούτος βλασφημεί.

Σκέφτηκαν αμέσως οι φιλοκατήγοροι γραμματείς ότι αυτός αρπάζει την εξουσία του Θεού και κάνει τον εαυτό του Θεό. Το σκέφτηκαν, το συλλογίστηκαν, δεν τόλμησαν να το ξεστομίσουν.
 
Και ιδών ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν. ίνα τί υμείς ενθυμείσθε πονηρά εν ταις καρδίαις υμών;

Εδώ ας προβληματιστούμε και ας είμαστε προσεκτικοί. Μόνο ο Θεός, βλέπει τους διαλογισμούς των ανθρώπων. Αυτός μόνος διακρίνει τις ενθυμήσεις μας. Και τις καλές και τις κακές. Είναι αυτό που λέει ο ψαλμωδός: «Ετάζων καρδίας και νεφρούς ο Θεός» (Ψαλμ 7,9). Ενστάζει τον θείο φόβο στις ψυχές μας και μας πείθει να απέχουμε όχι μόνο από πονηρές πράξεις αλλά και από κάθε πονηρό λογισμό. Έτσι και εδώ ο Χριστός ξεμπροστιάζει τους διαλογισμούς των γραμματέων και αμέσως τους λέει:
 
Τί γάρ εστιν ευκοπώτερον, ειπείν, αφέωνταί σου αι αμαρτίαι, ή ειπείν, έγειρε και περιπάτει;

Γραμματείς, λέει, εσείς σκέφτεστε, ότι εγώ βλαστήμησα, διότι ως μη έχων θεϊκή εξουσία είπα προς τον παράλυτο: «αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου». Για πείτε μου λοιπόν, τι είναι ευκολότερο, η συγχώρεση των αμαρτιών ή το να σηκωθεί από το κρεβάτι του και να περπατήσει ένας άνθρωπος εντελώς παράλυτος; Σε αυτήν την ερώτηση δεν απάντησαν καθόλου οι γραμματείς. Είναι φανερό ότι εκείνος που μπορεί με ένα του λόγο να θεραπεύσει τον παράλυτο, εκείνος έχει θεϊκή δύναμη. Και όποιος έχει θεού δύναμη, εκείνος μπορεί και να συγχωρέσει αμαρτίες. Το πρώτο, (η θεραπεία), είναι έργο της παντοδυναμίας του Θεού, το δεύτερο, (συγχώρηση αμαρτιών), είναι έργο της άπειρης ευσπλαχνίας του.
 
Ίνα δέ ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επι της γής αφιέναι αμαρτίας τότε λέγει τω παραλυτικώ, εγερθείς άρόν σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκόν σου.

Η άφεση των αμαρτιών είναι πράγμα αόρατο. Την θεραπεία του παραλυτικού την βλέπει ο καθένας οφθαλμοφανώς. Επομένως ο παντοδύναμος Ιησούς Χριστός αποδεικνύει την θεϊκή και αόρατη εξουσία του με την ορατή και αισθητή θεραπεία του παραλύτου και κάνει το ορατό σε όλους θαύμα, απόδειξη της αοράτου δωρεάς του.
Ας προσέξουμε και την ταπείνωσή του: Μιλάει σε τρίτο πρόσωπο, ονομάζοντας τον εαυτό του «υιό ανθρώπου», επειδή γεννήθηκε ως άνθρωπος από την Παναγία.
 
Ας δούμε και κάτι άλλο. Δεν είπε ότι έλαβε εξουσία ή ότι του δόθηκε εξουσία, αλλά ότι: α) έχει την εξουσία, γιατί είναι Θεός, ομοούσιος με τον Πατέρα β) ότι οι αμαρτίες μας συγχωρούνται εδώ στην γη, στην παρούσα ζωή και όχι στην μέλλουσα και, γ) ότι για να αποφύγει τον ανθρώπινο έπαινο, διέταξε τον παράλυτο να πάει αμέσως πίσω στο σπίτι του.
Και εγερθείς απήλθεν εις τον οίκον αυτού.

Και όμως απίστευτο! Ο πριν κατάκοιτος, «εγερθείς απήλθεν». Ο παράλυτος κινείται ο ακίνητος σηκώνει το κρεβάτι του, ο ανήμπορος βαστάζει τον εαυτό του και το βάρος του κρεβατιού του και περπατάει προς το σπίτι του. Και ποιος άλλος «δύναται ποιήσαι ταύτα ειμή ο Θεός;» (Μαρκ. 2,12)
 
Ιδόντες δέ οι όχλοι εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεόν, τον δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις.

Οι όχλοι λέει ο Ευαγγελιστής …απλώς εθαύμασαν και έδωσαν δόξα στον Θεό. Δηλαδή, νόμισαν τον Χριστό απλά ως άνθρωπο θαυματουργό στον οποίο άνθρωπο έδωσε εξουσία ο Θεός. Ατελής δηλαδή η πίστη του περιεστώτα όχλου. Ίσως όμως ακόμα και αυτή η ατελής πίστη, να τους οδήγησε μετέπειτα στο να πιστέψουν, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός τέλειος και άνθρωπος τέλειος.

 
 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου